ηλιοπόρος

ηλιοπόρος
ο
οκτακοράλλι ανθόζωο, μπλε κοράλλι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατιν. helioporus < helio- (πρβλ. ηλιο-*) + porus (πρβλ. πόρος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”